Skip to main content
European Commission logo

Eurydice

EACEA National Policies Platform:Eurydice
Αξιολόγηση στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση

Greece

5.Πρωτοβάθμια εκπαίδευση

5.3Αξιολόγηση στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση

Last update: 14 December 2023

Αξιολόγηση των μαθητών

 

Με δεδομένο ότι η πρωτοβάθμια εκπαίδευση παρέχεται στα Νηπιαγωγεία και στα Δημοτικά  και ότι  διαθέτουν συναφείς αλλά διακριτούς σκοπούς, ωρολόγια προγράμματα και αναλυτικά προγράμματα, καθώς και μεθόδους διδασκαλίας και διδακτικό υλικό, παρατηρούνται διαφοροποιήσεις και στον τομέα της αξιολόγησης  των μαθητών.



Επιγραμματικά, επισημαίνεται ότι ενώ στο Νηπιαγωγείο δεν υπάρχει τυποποιημένη πορεία στη μάθηση και επικρατούν οι εναλλακτικές μορφές αξιολόγησης, στο Δημοτικό η αξιολόγηση της προόδου των μαθητών αποτελεί μια διαρκή και σκόπιμη διαδικασία, στο πλαίσιο της οποίας αξιολογείται η επίδοση των μαθητών σε κάθε μάθημα της οικείας τάξης   και χορηγείται Έλεγχος Προόδου με περιγραφική αποτύπωση και κλίμακα βαθμολογίας (για συγκεκριμένες τάξεις).



Επανάληψη τάξης δύναται να συμβεί υπό προϋποθέσεις τόσο στο Νηπιαγωγείο όσο και στο Δημοτικό. 

Στους μαθητές που αποφοιτούν από το Νηπιαγωγείο χορηγείται «Πιστοποιητικό Φοίτησης» και στους μαθητές που αποφοιτούν επιτυχώς από το Δημοτικό χορηγείται «Τίτλος Σπουδών», στο οποίο αναγράφεται η επίδοσή τους.

Από το σχολικό έτος 2017-2018 εισήχθη η περιγραφική αξιολόγηση στη δημόσια υποχρεωτική εκπαίδευση.  

Δεν υφίστανται εθνικές εξετάσεις σε αυτή τη βαθμίδα εκπαίδευσης. 

Αναλυτικά στοιχεία για την αξιολόγηση, την πρόοδο και την πιστοποίηση χωριστά για τη Νηπιαγωγείο και το Δημοτικό δίδονται στη συνέχεια. 

Νηπιαγωγείο

Όπως ορίζεται στο Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Σπουδών για το Νηπιαγωγείο και στο αντίστοιχο Αναλυτικό Πρόγραμμα (Υπουργική Απόφαση 21072β/Γ2/28-2-2003), βασικός σκοπός της αξιολόγησης είναι η ανατροφοδότηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας με στόχο τη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης.



Στο Νηπιαγωγείο δεν υπάρχει τυποποιημένη πορεία στη μάθηση.  Η αξιολόγηση είναι διαρκής, ενσωματώνεται στην καθημερινή διαδικασία και βασίζεται στη συνολική αποτίμηση του προγράμματος.



Ο εκπαιδευτικός παρακολουθεί συστηματικά το παιδί στη διάρκεια του σχολικού έτους χρόνου.  Αρχικά διαπιστώνει το επίπεδο των εμπειριών, βιωμάτων, γνώσεων, ενδιαφερόντων του παιδιού (αρχική ή διαγνωστική αξιολόγηση) και προσπαθεί να προσαρμόσει τις μαθησιακές διαδικασίες στις δυνατότητες – ιδιαιτερότητες του παιδιού.  Στη συνέχεια ελέγχει την πορεία του κάθε παιδιού (σταδιακή ή διαμορφωτική αξιολόγηση) καθώς αναπτύσσει νέες αντιλήψεις, στάσεις, αξίες και δεξιότητες.  Τέλος εκτιμάται η συνολική επίτευξη των στόχων του προγράμματος (τελική ή συνολική αξιολόγηση).



Ουσιαστικά, αξιολογείται η επίδραση της μαθησιακής διαδικασίας στην ανάπτυξη και την κοινωνικοποίηση του παιδιού τόσο σε ατομικό όσο και σε επίπεδο ομάδας.

Στο Νηπιαγωγείο, και κυρίως στο γνωστικό τομέα, δεν έχουν θέση οι παραδοσιακές μορφές αξιολόγησης, αλλά οι εναλλακτικές όπως:

  • H πορεία και τα αποτελέσματα σχεδίων εργασίας.
  • H αξιολόγηση της ομάδας από τα ίδια τα παιδιά συλλογικά.
  • O φάκελος εργασιών του παιδιού.

Σε ό,τι αφορά τις μεθόδους και τις τεχνικές προτείνεται κυρίως η συστηματική παρατήρηση μέσα στην τάξη των παιδιών από τον εκπαιδευτικό ενώ απαραίτητα θεωρούνται η αυτο-αξιολόγηση, ο διάλογος, η συζήτηση και ο ατομικός φάκελος του μαθητή. 

Σε αυτό το πλαίσιο, ο εκπαιδευτικός οφείλει να:

  1. Αξιολογεί τη μάθηση και την ανάπτυξη σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους, στηριζόμενος στην πεποίθηση ότι κάθε μαθητής μπορεί να βελτιωθεί.
  2. Αξιολογεί την αποτελεσματικότητα του προγράμματος, τις συνθήκες και τα μέσα εφαρμογής του, τις διδακτικές και παιδαγωγικές του πρακτικές.
  3. Διερευνά τις πιθανές δυσκολίες που εμποδίζουν την πρόοδο των παιδιών.
  4. Εμπλέκει στις διαδικασίες αξιολόγησης της μάθησης και της προόδου των παιδιών τα ίδια τα παιδιά, τις οικογένειες τους και άλλους επαγγελματίες, αναγνωρίζοντας την ανάγκη για την απόκτηση μιας ολοκληρωμένης εικόνας τους.
  5. Μοιράζεται τους μαθησιακούς στόχους με τα παιδιά και συζητά μαζί τους τα κριτήρια αξιολόγησης τους και τα ενθαρρύνει να αυτό-αξιολογούνται με βάση την πρόοδο που έχουν κάνει.
  6. Παρέχει στις οικογένειες πληροφορίες για τη μάθηση και την ανάπτυξη των παιδιών καθώς και ιδέες για επιπλέον στήριξη στο σπίτι, ώστε να υπάρχει μια συνέχεια της μάθησης εκτός του περιβάλλοντος της τάξης.

Για την αντιμετώπιση των περιπτώσεων των μαθητών που παρουσιάζουν σοβαρές μαθησιακές δυσκολίες ή/και προβλήματα συμπεριφοράς, ο εκπαιδευτικός της τάξης συνεργάζεται με:

  1. Τον διευθυντή ή τον προϊστάμενο του σχολείου
  2. Τον εκπαιδευτικό του τμήματος ένταξης
  3. Τους γoνείς/κηδεμόνες
  4. Tα οικεία ΚΕΔΑΣΥ στο πλαίσιο της λειτουργίας της ομάδας εκπαιδευτικής υποστήριξης των μαθητών ή των ΕΔΕΑΥ, όπου αυτές λειτουργούν
  5. Τον αρμόδιο Σύμβουλο Εκπαίδευσης (N.4823/2021) ή τον αρμόδιο Σύμβουλο Εκπαίδευσης
  6. Τον συντονιστή εκπαιδευτικού έργου ειδικής αγωγής και ενταξιακής εκπαίδευσης
  7. Τις αρμόδιες υπηρεσίες και τους φορείς για την προστασία και υποστήριξη των παιδιών και των οικογενειών τους.

Δημοτικό σχολείο

Σύμφωνα με το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (ΔΕΠΠΣ) και τα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (ΑΠΣ) (Υπουργικές Αποφάσεις 21072α/Γ2/28-2-2003 και 21072β/Γ2/28-2-2003), η αξιολόγηση της προόδου των μαθητών είναι διαρκής και σκόπιμη λειτουργία, η οποία ενσωματώνεται στη διαδικασία της διδασκαλίας της μάθησης.  

Συνίσταται στην αξιολόγηση της επίδοσης των μαθητών σε κάθε μάθημα του αναλυτικού προγράμματος σπουδών της οικείας τάξης και πραγματοποιείται με συγκεκριμένα κριτήρια τα οποία προκύπτουν από τους στόχους μάθησης.

Η αξιολόγηση των μαθητών αφορά όχι μόνο στις αποκτηθείσες γνώσεις αλλά και στην απόκτηση δεξιοτήτων, καθώς και στη διαμόρφωση στάσεων, αξιών και συμπεριφορών.

Η αξιολογική διαδικασία πρέπει να χαρακτηρίζεται από διαφάνεια, αξιοπιστία, αντικειμενικότητα και εγκυρότητα ενώ οι στόχοι και τα κριτήρια αξιολόγησης πρέπει να είναι σαφή και να γνωστοποιούνται έγκαιρα στους μαθητές.

Η αξιολόγηση των μαθητών αφορά τόσο στην επίδοσή τους όσο και στην πρόοδο που επιτυγχάνουν σε σχέση με τις πρότερες επιδόσεις τους.

Κατά τη διαδικασία αξιολόγησης χρησιμοποιούνται ποικίλες μέθοδοι προσαρμοσμένες στους στόχους, το περιεχόμενο και τη διδακτική προσέγγιση του εκάστοτε γνωστικού αντικειμένου όπως και στην ηλικία, τις μαθησιακές ανάγκες και τις εμπειρίες των μαθητών.  Παράλληλα, λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των μαθητών, ο ατομικός τρόπος και ρυθμός ανάπτυξης, το στάδιο γλωσσικής ανάπτυξης καθώς και οι ευκαιρίες που έχει κάθε παιδί για μάθηση στο κοινωνικό και οικογενειακό του περιβάλλον.

Η διαδικασία της αξιολόγησης στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση λαμβάνει διάφορες μορφές οι οποίες συνοψίζονται στις εξής:

Αρχική ή διαγνωστική αξιολόγηση

Η αρχική ή διαγνωστική αξιολόγηση εφαρμόζεται κυρίως στην αρχή της μαθησιακής διαδικασίας και συγκεκριμένα στην αρχή της σχολικής χρονιάς ή στην αρχή διδασκαλίας μιας ενότητας και αποσκοπεί στον προσδιορισμό του επιπέδου των γνώσεων και των εμπειριών, των ενδιαφερόντων αλλά και τον εντοπισμό πιθανών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι μαθητές.



Διαμορφωτική ή σταδιακή αξιολόγηση

Εφαρμόζεται κατά τη διάρκεια της διδασκαλίας και αντιπροσωπεύει μια συνεχή και καθημερινή διαδικασία, έχει κυρίως πληροφοριακό χαρακτήρα και αποσκοπεί στον έλεγχο της πορείας κάθε μαθητή προς την κατάκτηση συγκεκριμένων εκπαιδευτικών στόχων αλλά και την εξαγωγή συμπερασμάτων για πιθανή τροποποίηση του σχεδιασμού ή της διδακτικής μεθόδου, προκειμένου οι μαθητές να επιτύχουν τους επιδιωκόμενους στόχους.



Τελική ή συνολική αξιολόγηση

Πρόκειται για ανακεφαλαιωτική αλλά και ανατροφοδοτική διαδικασία, προκειμένου να εκτιμηθεί ο βαθμός επίτευξης των διδακτικών και παιδαγωγικών στόχων, σε σχέση με τους προκαθορισμένους ως τελικούς στόχους.

 Η τελική αξιολόγηση διενεργείται με την ολοκλήρωση μιας διδακτικής ενότητας ή με την ολοκλήρωση της διδακτέας ύλης και αποτιμάται με συστηματικό τρόπο το αποτέλεσμα της διδακτικής διαδικασίας, που ακολουθήθηκε, αλλά και της προσπάθειας του μαθητή.

Οι τεχνικές που εφαρμόζονται για την αξιολόγηση των μαθητών συναρτώνται άμεσα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τους στόχους και το περιεχόμενο του γνωστικού αντικειμένου και συνεπώς με το γνωστικό επίπεδο των μαθητών, όπως αυτό διαμορφώνεται ανά τάξη.  Ταυτόχρονα, δίνεται έμφαση στην ικανότητα απόκτησης και διαχείρισης της γνώσης και στην πολλαπλή εφαρμογή και χρησιμοποίησή της, αναδεικνύοντας τις επικοινωνιακές δεξιότητες και τη μαθησιακή «ταυτότητα» κάθε μαθητή.  Ως μορφές και μέσα αξιολόγησης, που συγχρόνως αποτελούν και διδακτικές πρακτικές και λαμβάνουν χώρα στο πλαίσιο του συνόλου των μαθημάτων, εφαρμόζονται ενδεικτικά και κατά περίπτωση τα εξής:

  1. Γραπτές δοκιμασίες, διάρκειας λίγων λεπτών ως και μιας διδακτικής ώρας, κατά περίπτωση.
  2. Προφορικές ή γραπτές ερωτήσεις κατανόησης, διαφόρων τύπων.
  3. Ανάπτυξη μικρού γραπτού δοκιμίου με τη βοήθεια ερωτήσεων.
  4. Ερωτήσεις σύντομης απάντησης, προφορικές ή γραπτές.
  5. Θέματα σύμπτυξης περιεχομένου, προφορικά ή γραπτά.
  6. Ερωτήσεις κρίσης: προσφέρονται περισσότερο για την αξιολόγηση βαθύτερης κατανόησης του περιεχομένου μιας ενότητας ή ενός βιβλίου.
  7. Συνθετικές δημιουργικές εργασίες. 

Ενδελεχείς πληροφορίες για την αξιολόγηση ενός εκάστου των μαθημάτων που διδάσκονται στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, μπορούν να αναζητηθούν στην ηλεκτρονική σελίδα για το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών.

Η αξιολόγηση του μαθητή, κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο Δημοτικό σχολείο, γίνεται ανά μάθημα και αποτελεί αποκλειστική ευθύνη του δασκάλου ή των δασκάλων της οικείας τάξης ή τμήματος τάξης και των εκπαιδευτικών ειδικότητας, για μαθήματα όπως Ξένες Γλώσσες, Μουσική, Αισθητική Αγωγή, Γυμναστική κ.λπ.  

Σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα 8/1995, η αποτίμηση της προόδου του μαθητή στηρίζεται στα κάτωθι:

  • Την καθημερινή προφορική εξέταση και την όλη συμμετοχή του μαθητή στη διδακτική μαθησιακή διαδικασία και στις άλλες σχολικές δραστηριότητες.
  • Τα αποτελέσματα της επίδοσής του στα κριτήρια αξιολόγησης, που αποτελούν οργανικό στοιχείο του σχολικού προγράμματος και περιλαμβάνονται στο διδακτικό υλικό.  Στα κριτήρια που απευθύνονται στους μαθητές των δύο τελευταίων τάξεων του Δημοτικού (Ε΄ και ΣΤ΄) μπορούν να προστίθενται πιο σύνθετης μορφής ερωτήματα, τα οποία είναι δυνατόν να αναφέρονται σε περισσότερες της μίας γενικές ενότητες.
  • Τα αποτελέσματα των εργασιών, τις οποίες πραγματοποιεί ο μαθητής στο σχολείο ή στο σπίτι. 

Με τη λήξη κάθε τριμήνου – 3 τρίμηνα καθ' όλη τη διάρκεια του διδακτικού έτους – πραγματοποιούνται παιδαγωγικές συσκέψεις, στις οποίες μετέχει όλο το διδακτικό προσωπικό της εκάστοτε σχολικής μονάδας, με θέμα την αποτίμηση της προόδου των μαθητών σε επίπεδο τάξης αλλά και σχολείου.  Εντός 10 ημερών από τη λήξη κάθε τριμήνου, πραγματοποιείται με ευθύνη του διευθυντή, συνάντηση με τους γονείς ή κηδεμόνες των μαθητών, στους οποίους χορηγείται ατομικός «Έλεγχος Προόδου», όπου αποτυπώνονται αφενός τα αποτελέσματα της αξιολόγησης και αφετέρου η πρόοδος του μαθητή κατά τη διάρκεια του εν λόγω τριμήνου.



Κλίμακα βαθμολογίας

Στην Α΄ τάξη, ο πρώτος «Έλεγχος Προόδου» δίνεται στο τέλος του δεύτερου τριμήνου (προεδρικό διάταγμα 121/1995 και Υπουργική Απόφαση 4358β/2017).  Παράλληλα σε αυτήν την τάξη όπως και στην επόμενη  (τάξεις Α΄ και Β΄), η αποτίμηση των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης γίνεται μόνο περιγραφικά και ως τέτοια αποτυπώνεται στον έλεγχο προόδου των μαθητών.  Η περιγραφική αξιολόγηση δίνει τη δυνατότητα στους εκπαιδευτικούς να πληροφορούν λεπτομερέστερα τόσο το μαθητή όσο και τους γονείς του για τα αποτελέσματα των προσπαθειών του στο σχολείο, για τις δυνατότητες και τις κλίσεις του, καθώς και για ενδεχόμενες ελλείψεις ή αδυναμίες σε ορισμένους τομείς. 

Στις τάξεις Γ΄ και Δ΄, στον Έλεγχο Προόδου, εκτός από την περιγραφική αποτύπωση, χρησιμοποιείται κλίμακα βαθμολογίας που έχει ως εξής: «Άριστα» (Α), «Πολύ Καλά» (Β), «Καλά» (Γ), «Σχεδόν Καλά» (Δ).

Στις τάξεις Ε΄ και ΣΤ΄ χρησιμοποιείται επιπλέον κλίμακα βαθμολογίας που είναι λεκτική και αριθμητική ταυτόχρονα και έχει ως εξής: «Άριστα» (9-10), «Πολύ Καλά» (7-8), «Καλά» (5-6), «Σχεδόν Καλά» (1-4).  Με «Σχεδόν Καλά» βαθμολογούνται όσοι εμφανίζουν σοβαρές μαθησιακές δυσκολίες.  Για τους μαθητές αυτούς καθώς και για τους μαθητές των τάξεων Α΄ και Β΄ που συναντούν ανάλογες δυσκολίες, εφαρμόζονται προγράμματα ενισχυτικής διδασκαλίας.

Στο τέλος του διδακτικού έτους, στους μαθητές των τάξεων Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄ και Ε΄ και  εφόσον αυτοί πληρούν τα κριτήρια προαγωγής (περιγράφονται ενδελεχώς στην ενότητα που ακολουθεί) χορηγείται «Τίτλος Προόδου» ενώ για τους μαθητές της ΣΤ΄ τάξης εκδίδεται «Τίτλος Σπουδών». Στους «Τίτλους Προόδου» των τάξεων Α΄, Β΄, Γ', Δ΄και Ε'  αναγράφεται η λέξη «Προάγεται» χωρίς βαθμολογική ένδειξη ενώ στον «Τίτλο Σπουδών» των αποφοίτων, εκτός από τη λέξη «Προάγεται» αναγράφεται επίσης ο λεκτικός χαρακτηρισμός («Άριστα», «Πολύ Καλά», «Καλά», «Σχεδόν Καλά») καθώς και το αντίστοιχο αριθμητικό σύμβολο που αποτελεί το γενικό μέσο όρο της ετήσιας επίδοσης του μαθητή. Ο Τίτλος Προόδου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την εγγραφή στην επόμενη τάξη.



Ενημέρωση γονέων/κηδεμόνων στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση

Η ενημέρωση για θέματα αγωγής και προόδου των μαθητών είναι δικαίωμα των γονέων/κηδεμόνων και καθήκον των εκπαιδευτικών.  Η ενημέρωση των γονέων/κηδεμόνων, που επίσης περιλαμβάνει τη σχολική εργασία και ζητήματα που αφορούν τη λειτουργία του σχολείου, πραγματοποιείται:

  • Στην αρχή του διδακτικού έτους, όταν οι εκπαιδευτικοί ή/και ο διευθυντής ή προϊστάμενος του σχολείου ενημερώνουν τους γονείς/κηδεμόνες κατά τάξη ή συλλογικά για το ωρολόγιο πρόγραμμα και το αναλυτικό πρόγραμμα, τις ώρες και ημέρες επικοινωνίας και συνεργασίας μαζί τους ή για γενικότερα θέματα που αφορούν την αγωγή και την πρόοδο των μαθητών και εν γένει τη λειτουργία του σχολείου.
  • Μία φορά τουλάχιστον τον μήνα, σε προκαθορισμένη από τον εκπαιδευτικό του τμήματος ημέρα και ώρα, μετά τη λήξη των μαθημάτων του υποχρεωτικού προγράμματος και εντός του εργασιακού ωραρίου.  Η ημέρα και η ώρα συνεργασίας καταγράφονται στο βιβλίο πράξεων του συλλόγου διδασκόντων και γνωστοποιούνται έγκαιρα στους γονείς/κηδεμόνες. Επιπλέον, ο εκπαιδευτικός της τάξης μπορεί να συναντηθεί και εκτάκτως με τους γονείς/κηδεμόνες κάθε φορά που κρίνεται αναγκαίο.
  • Κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους και εντός 10 ημερών από τη λήξη του τριμήνου με ευθύνη του διευθυντή ή του προϊσταμένου του σχολείου και του εκπαιδευτικού του τμήματος προκειμένου να ενημερωθούν για την πρόοδο των παιδιών τους. Οι συναντήσεις αυτές με τους γονείς των μαθητών προγραμματίζονται με απόφαση του συλλόγου διδασκόντων και πραγματοποιούνται εκτός διδακτικού ωραρίου και εντός του εργασιακού ωραρίου των εκπαιδευτικών και σε χρόνο που επιτρέπει τη μεγαλύτερη συμμετοχή των γονέων/κηδεμόνων σε αυτές.

 

Πρόοδος των μαθητών

Νηπιαγωγείο

Όπως ορίζεται στο προεδρικό διάταγμα 79/2017, επανάληψη φοίτησης στο Νηπιαγωγείο για ένα έτος, γίνεται όταν το νήπιο παρουσιάζει σοβαρές δυσκολίες παρακολούθησης της Α' Τάξης του Δημοτικού σχολείου και αυτές πιστοποιούνται με γνωμάτευση ΚΕΣΥ ή δημόσιου ιατροπαιδαγωγικού κέντρου ή σχετική βεβαίωση του συντονιστή εκπαιδευτικού έργου ειδικής αγωγής και ενταξιακής εκπαίδευσης ή του συντονιστή εκπαιδευτικού έργου νηπιαγωγών, ενώ απαιτείται και συγκατάθεση των γονέων.

Επιπλέον, εάν οι απουσίες του μαθητή του Νηπιαγωγείου υπερβαίνουν τις 100 ανά διδακτικό έτος, η βεβαίωση φοίτησης για την εγγραφή στην Α' Δημοτικού χορηγείται με απόφαση του συλλόγου διδασκόντων, που εκδίδεται ύστερα από σύμφωνη γνώμη του συντονιστή εκπαιδευτικού έργου Νηπιαγωγών.  Σε αντίθετη περίπτωση ο μαθητής επαναλαμβάνει τη φοίτηση στο Νηπιαγωγείο (νόμος 4610/2019).

Δημοτικό σχολείο

Σύμφωνα με το προεδρικό διάταγμα 121/1995 και την Υπουργική Απόφαση 4358β/2017οι μαθητές των Α΄ και Β΄ τάξεων προάγονται, εφόσον κατά την κρίση του δασκάλου της τάξης ανταποκρίνονται στις καθημερινές προφορικές εξετάσεις, στα κριτήρια αξιολόγησης που περιλαμβάνονται στο διδακτικό υλικό και στις εργασίες που τους ανατίθενται στο σχολείο ή το σπίτι και συμμετέχουν στη διδακτική μαθησιακή διαδικασία και στις άλλες σχολικές δραστηριότητες.  Σε αντίθετη περίπτωση, επαναλαμβάνουν την τάξη.



Οι μαθητές των τάξεων Γ΄ και Δ΄ προάγονται, εφόσον στους τελικούς μέσους όρους των μαθημάτων υπερισχύουν σε αριθμό οι λοιποί χαρακτηρισμοί εκτός από Δ.  Σε αντίθετη περίπτωση, ο μαθητής επαναλαμβάνει την τάξη.



Για τους μαθητές των τάξεων Ε΄ και ΣΤ΄, βαθμός ετήσιας επίδοσης κατά μάθημα είναι ο μέσος όρος της βαθμολογίας των 3 τριμήνων, όπως αυτός αποτυπώνεται στους τριμηνιαίους ελέγχους προόδου των μαθητών.  Γενικός βαθμός ετήσιας επίδοσης είναι το πηλίκο της διαίρεσης του αθροίσματος της βαθμολογίας της ετήσιας επίδοσης όλων των μαθημάτων δια του αθροίσματος των διδασκομένων μαθημάτων.  Οι μαθητές των τάξεων Ε΄ και ΣΤ΄ δύνανται να προάγονται ή να απολύονται (στην περίπτωση των τελειοφοίτων), εφόσον ο γενικός μέσος όρος είναι από 4,5 και πάνω, με άριστα το 10.  Όταν ο γενικός μέσος όρος είναι μικρότερος από 4,5 ο μαθητής επαναλαμβάνει την τάξη.



Σε ό,τι αφορά την επανάληψη της τάξης, επισημαίνεται ότι υιοθετείται από την πλειονότητα των εκπαιδευτικών, η αντίληψη των επιστημόνων της αγωγής σύμφωνα με την οποία, πρέπει να παρέχονται σε όλα τα άτομα, ευκαιρίες να αναπτύσσουν στον ανώτατο βαθμό κάθε ψυχοσωματική και πνευματική πτυχή της προσωπικότητάς τους.  Για τον λόγο αυτό, το σχολείο διερευνά έγκαιρα και επισημαίνει τις μαθησιακές δυσκολίες που παρουσιάζουν κάποιοι μαθητές και τους παρέχει κάθε δυνατή βοήθεια στην τάξη τους ή σε άλλη εκπαιδευτική δομή υποστήριξης (πάντα όμως στο πλαίσιο μιας τάξης) με σκοπό οι μαθητές αυτοί να ξεπεράσουν τις δυσκολίες που παρουσιάζουν και να ενταχθούν ομαλά στην τάξη τους, ελαχιστοποιώντας κατά αυτόν τον τρόπο το ενδεχόμενο επανάληψης της τάξης. 



Είναι αυτονόητο ότι το θέμα της επανάληψης της τάξης δεν αφορά μόνο τον δάσκαλο του εκάστοτε μαθητή αλλά ολόκληρη τη σχολική μονάδα.  Συνεπώς οι περιπτώσεις των μαθητών που αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο επανάληψης της τάξης, αποτελούν αντικείμενο συζήτησης σε ειδικές παιδαγωγικές συνεδριάσεις του διδακτικού προσωπικού, οι οποίες πραγματοποιούνται με ευθύνη του διευθυντή του σχολείου.

 Παράλληλα, ενημερώνεται έγκαιρα ο αρμόδιος συντονιστής εκπαιδευτικού έργου, ο οποίος αντιμετωπίζει κάθε περίπτωση ξεχωριστά, σε συνεργασία με τον δάσκαλο της τάξης και τον διευθυντή του σχολείου και διατυπώνει τη γνώμη του σχετικά με την περαιτέρω πορεία του μαθητή.



Συνεπώς, το ποσοστό των μαθητών που επαναλαμβάνουν την τάξη στο Δημοτικό σχολείο είναι αρκετά χαμηλό (συνήθως κυμαίνεται σε ποσοστό κάτω του 1%).  

Για την προαγωγή στην επόμενη τάξη, εκτός από την ελάχιστη απαιτούμενη βαθμολογία, όπως αυτή ορίζεται στο προεδρικό διάταγμα 121/1995 και περιγράφηκε ανωτέρω, απαραίτητη προϋπόθεση, αποτελεί η τακτική φοίτηση και για χρονικό διάστημα τουλάχιστον μεγαλύτερο του μισού του διδακτικού έτους.  Ωστόσο, σε περίπτωση δικαιολογημένης απουσίας για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από το μισό του διδακτικού έτους, ο μαθητής μπορεί να προαχθεί, εφόσον με σύμφωνη γνώμη του γονέα του, υποβληθεί σε σχετική εξέταση εντός του πρώτου δεκαήμερου του Ιουνίου ή του πρώτου δεκαήμερου του Σεπτεμβρίου και η εξέταση αυτή είναι επιτυχής.

Προαγωγή του μαθητή συνεπάγεται αυτεπάγγελτη εγγραφή σε επόμενη τάξη του Δημοτικού.

Πιστοποίηση

Νηπιαγωγείο

Στους μαθητές που αποφοιτούν από το Νηπιαγωγείο χορηγείται «Πιστοποιητικό Φοίτησης». Το πιστοποιητικό εκδίδεται από το Νηπιαγωγείο, από το οποίο αποφοίτησε ο μαθητής, στο τέλος του διδακτικού έτους με βάση τις κείμενες διατάξεις που έχουν καθολική ισχύ για όλα τα Νηπιαγωγεία της επικράτειας και αποτελεί επίσημο έγγραφο του Ελληνικού Κράτους. Φέρει το εθνόσημο της Ελληνικής Δημοκρατίας, το όνομα του Νηπιαγωγείου που τον εκδίδει και εκείνο της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης και της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην οποία ανήκει το σχολείο καθώς και ημερομηνία έκδοσης. 

Το «Πιστοποιητικό Φοίτησης» του Νηπιαγωγείου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την εγγραφή του μαθητή στο Δημοτικό σχολείο και διαβιβάζεται αυτεπάγγελτα από το Νηπιαγωγείο στο Δημοτικό σχολείο εγγραφής του μαθητή.

Δημοτικό σχολείο

Οι μαθητές αποφοιτούν επιτυχώς από το Δημοτικό, όταν ο γενικός μέσος όρος της επίδοσής τους, ο οποίος προκύπτει από το μέσο όρο της βαθμολογίας των 3 τριμήνων κατά μάθημα – η διαδικασία περιγράφεται ενδελεχώς στην ανωτέρω ενότητα – είναι από 4,5 και πάνω, με άριστα το 10.

Στους μαθητές που αποφοιτούν επιτυχώς από το Δημοτικό σχολείο, χορηγείται «Τίτλος Σπουδών». Εκδίδεται από τη σχολική μονάδα από την οποία αποφοίτησε ο μαθητής στο τέλος του διδακτικού έτους  με βάση τις κείμενες διατάξεις που έχουν καθολική ισχύ για όλα τα Δημοτικά σχολεία της επικράτειας και αποτελεί επίσημο έγγραφο του Ελληνικού Κράτους. Φέρει το εθνόσημο της Ελληνικής Δημοκρατίας, το όνομα της σχολικής μονάδας που τον εκδίδει καθώς και εκείνο της Περιφερειακής Διεύθυνσης Εκπαίδευσης και της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης στην οποία ανήκει το σχολείο καθώς και ημερομηνία έκδοσης. 

Στον «Τίτλο Σπουδών» αναγράφεται, εκτός από τη λέξη «Απολύεται», ο λεκτικός χαρακτηρισμός και το αντίστοιχο αριθμητικό σύμβολο, που αποτελεί τον γενικό μέσο όρο της ετήσιας επίδοσης: «Άριστα» (9-10), «Πολύ Καλά» (7-8), «Καλά» (5-6).

Ο  Τίτλος Σπουδών του Δημοτικού σχολείου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την εγγραφή του μαθητή στο Γυμνάσιο, η οποία πραγματοποιείται αυτεπάγγελτα.